Η συχνότητα του συγγενούς εξαρθρήματος ισχίου υπολογίζεται στην Ελλάδα σε 1,5/1000 νεογνά, ενώ νεογνά που παρουσιάζουν αστάθεια στο ισχίο υπολογίζονται σε 1/100.
Είναι πιο συχνό στα κορίτσια παρά στα αγόρια σε συχνότητα 7/1, συχνότερα εμφανίζεται στο αριστερό ισχίο (περίπου 60%), πιο σπάνια αφορά το δεξί ισχίο (25%) ή και τα δύο ισχία (15%).
Η αιτιολογία είναι πολυπαραγοντική και συχνότεροι παράγοντες είναι:
- Κληρονομικότητα
- Ισχιακή προβολή κατά τη γέννηση
- Ολιγοϋδράμνιο (Ελαττωμένη ποσότητα αμνιακού υγρού)
- Η ρηλαξίνη, μία ορμόνη που εκκρίνεται λίγο πριν τον τοκετό, και προκαλεί χαλάρωση των αρθρώσεων, για να υποβοηθήσει τον τοκετό. Εάν η ορμόνη αυτή περάσει μέσα από τον πλακούντα στο έμβρυο, τότε η τάση προς χαλάρωση των αρθρώσεων αυξάνεται.
- Η δίδυμη κύηση.
- Παράγοντες μετά την γέννηση , όπως π.χ οι παραδοσιακές συνήθειες στον τρόπο περίδεσης (φάσκιωμα) των νεογέννητων, παίζουν ρόλο στην αύξηση ή μείωση του ποσοστού Σ.Ε.Ι.
Η πρώιμη διάγνωση μιας παθολογικής κατάστασης έχει πολύ μεγάλη σημασία, τόσο για το είδος της θεραπείας που θα επιλεγεί (συντηρητική ή χειρουργική), όσο και για την έκβαση της θεραπείας. Παραμελημένα περιστατικά συνήθως θα χρειαστούν χειρουργική θεραπεία, ενώ, αν η διάγνωση τεθεί έγκαιρα, η πάθηση μπορεί να αντιμετωπισθεί συντηρητικά με νάρθηκες. Αν δεν αντιμετωπισθεί η πάθηση, μπορεί να οδηγήσει σε πρώιμη φθορά του χόνδρου της άρθρωσης (οστεοαρθρίτιδα) ή σε αναπηρία (μόνιμη χωλότητα).
Η πρώιμη διάγνωση γίνεται άμεσα μετά την γέννηση, στο μαιευτήριο από νεογνολόγους, μετά από κλινική εξέταση.
Ελέγχονται :
- η σταθερότητα της άρθρωσης (test Ortolani & Barlow)
- Οι δερματικές πτυχές των μηρών εάν είναι συμμετρικές.
- Ο περιορισμός ή μη της απαγωγής των ισχίων.
- Φαινομενική βράχυνση του μηριαίου.
Σε παραμελημένα περιστατικά τα συμπτώματα αλλάζουν και εμφανίζονται: Χωλότητα ή ανώμαλη βάδιση (σημείο Trendelenburg), σε περίπτωση μονόπλευρης εξάρθρωσης ή εμφάνιση χαρακτηριστικής λόρδωσης και χήνειο βάδισμα σε περίπτωση αμφοτερόπλευρης εξάρθρωσης.
Στην πρώιμη διάγνωση βοήθησε η εξέλιξη του υπέρηχου τα τελευταία 35 χρόνια.
Η εξέταση των ισχίων με τον υπέρηχο έχει υψηλή αξιοπιστία (στα κατάλληλα και έμπειρα χέρια), δεν επιβαρύνει με ακτινοβολία το νεογνό και μπορεί να γίνει από τις πρώτες ώρες μετά τον τοκετό.
Μετά τον 4ο -5ο μήνα μπορεί να γίνει και ακτινογραφία ισχίων.
Με τον υπέρηχο μπορούμε να εξετάσουμε την επικέντρωση της μηριαίας κεφαλής στην κοτύλη, την λοξότητα της κοτύλης και την σταθερότητα της άρθρωσης (με τον δυναμικό υπέρηχο).
Σε περίπτωση που θα διαπιστωθεί παθολογική κατάσταση και θα απαιτηθεί θεραπεία, μπορούμε με τακτικούς ελέγχους να ελέγχουμε αν επιτυγχάνεται ο στόχος της θεραπείας. Ο χρόνος της θεραπείας περιορίζεται έτσι στο ελάχιστο.
Η θεραπεία είναι διαφορετική ανάλογα με την ηλικία που γίνεται η διάγνωση του εξαρθρήματος.