Διάφορα φάρμακα μπορούν να προκαλέσουν επίσης επεισόδια οξείας ουρικής αρθρίτιδας είτε επειδή αυξάνουν απότομα τα επίπεδα του ουρικού οξέος (π.χ. ορισμένα διουρητικά φάρμακα, η κυκλοσπορίνη ή μικρές δόσεις ασπιρίνης) είτε επειδή τα μειώνουν απότομα (π.χ. η αλλοπουρινόλη κατά την έναρξη της χορήγησής της).
Το πρώτο επεισόδιο οξείας ουρικής αρθρίτιδας εντοπίζεται συνήθως στην άρθρωση της βάσης του μεγάλου δακτύλου του ποδιού, γι’ αυτό η νόσος είναι γνωστή και ως ποδάγρα. Αρθρώσεις που προσβάλλονται επίσης συχνά είναι άλλες αρθρώσεις των ποδιών και τα γόνατα, ενώ λιγότερο συχνά προσβάλλονται οι καρποί, οι αγκώνες και οι αρθρώσεις των χεριών.
Τα κύρια κλινικά χαρακτηριστικά της οξείας ουρικής αρθρίτιδας, δηλ. της φλεγμονής στην άρθρωση, που οφείλεται σε κρυστάλλους ουρικού μονονατρίου είναι:
- Πόνος. Η ένταση του πόνου ποικίλλει από ελαφρά μέχρι πολύ έντονη. Κατά κανόνα ο πόνος είναι πράγματι τόσο οξύς και έντονος, ώστε ο ασθενής αναφέρει χαρακτηριστικά ότι δυσκολεύεται ή δεν μπορεί καθόλου να περπατήσει ή ότι δεν αντέχει το βάρος των κλινοσκεπασμάτων, επειδή συχνά η εγκατάσταση της προσβολής οξείας αρθρίτιδας παρατηρείται κατά τις νυχτερινές ώρες.
- Διόγκωση της άρθρωσης
- Ερυθρότητα
- Θερμότητα
- Έντονη ευαισθησία
Ένα επεισόδιο οξείας ουρικής αρθρίτιδας υποχωρεί συνήθως, ακόμη και χωρίς θεραπεία, μέσα σε μία ή δύο εβδομάδες, για να εμφανιστεί και πάλι μετά από παρέλευση εβδομάδων, μηνών ή και ετών. Σε περιπτώσεις που δεν χορηγηθεί θεραπευτική αγωγή, η φυσική πορεία της ουρικής αρθρίτιδας ποικίλλει από επεισόδια ελαφρού πόνου, που υποχωρούν μέσα σε μερικές ώρες, μέχρι επαναλαμβανόμενα επεισόδια οξείας αρθρίτιδας που διαρκούν έως και 2 εβδομάδες.
Στις αρχικές φάσεις της οξείας ουρικής αρθρίτιδας τα επεισόδια οξείας αρθρίτιδας είναι αραιά και τα μεσοδιαστήματα μεταξύ των προσβολών μερικές φορές διαρκούν χρόνια. Με την πάροδο όμως του χρόνου οι προσβολές γίνονται συχνότερες, πιο παρατεταμένες και αφορούν περισσότερες αρθρώσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι στα μεσοδιαστήματα μεταξύ των κρίσεων οξείας ουρικής αρθρίτιδας όλες οι αρθρώσεις, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που είχαν προσβληθεί, είναι ελεύθερες συμπτωμάτων.
Η νόσος εξελίσσεται στη χρόνια μορφή της, δηλ. στη χρόνια ουρική αρθρίτιδα. Αυτή η μορφή εγκαθίσταται συνήθως μετά από 10 ή περισσότερα χρόνια υποτροπιάζουσας ουρικής αρθρίτιδας και αφορά πολλές αρθρώσεις. Η μετάβαση από την οξεία υποτροπιάζουσα ουρική αρθρίτιδα στη χρόνια ουρική αρθρίτιδα συμβαίνει όταν τα διαστήματα ανάμεσα στις κρίσεις δεν είναι πια ελεύθερα πόνου. Οι αρθρώσεις που έχουν προσβληθεί είναι μόνιμα επώδυνες και διογκωμένες, αν και η ένταση αυτών των συμπτωμάτων είναι πολύ μικρότερη από ό,τι κατά τις κρίσεις οξείας ουρικής αρθρίτιδας.
Αν ο ασθενής παραμένει ακόμη χωρίς χορήγηση κατάλληλης θεραπείας, προσβολές οξείας αρθρίτιδας και μάλιστα αρκετά συχνά εξακολουθούν να συμβαίνουν και σε αυτό το υπόστρωμα χρόνιου πόνου. Η ένταση του χρόνιου πόνου αυξάνεται επίσης συνεχώς όσο περνάει ο χρόνος και όσο δεν εφαρμόζεται κατάλληλη θεραπευτική αγωγή. Επίσης αναπτύσσονται σιγά-σιγά καταστροφικές βλάβες στις αρθρώσεις και τελικά παραμορφωτική πολυαρθρίτιδα.
Θεραπεία;
Από θεραπευτικής πλευράς είναι απολύτως δυνατή η αποτελεσματική αντιμετώπιση της οξείας ουρικής αρθρίτιδας με την χορήγηση:
- Κολχικίνης
- Μη στεροειδούς αντιφλεγμονώδους φαρμάκου
- Γλυκοκορτικοειδούς (κορτιζόνης)
Σε σπάνιες περιπτώσεις ασθενών και υπο προϋποθέσεις μπορεί να χρησιμοποιηθεί ένα βιολολογικό φάρμακο, η κανακινουμάμπη, που εξουδετερώνει την ιντερλευκίνη-1β η οποία παίζει πρωτεύοντα ρόλο στους φλεγμονώδεις μηχανισμούς που προκαλούνται από τους κρυστάλλους του ουρικού μονονατρίου. Η χορήγηση κανακινουμάμπης ενδείκνυται σε ασθενείς με τρείς τουλάχιστον κρίσεις ουρικής αρθρίτιδας μέσα σε 12 μήνες και όταν:
- δεν ανταποκρίνονται σε κανένα από τα παραπάνω φάρμακα
- αντενδείκνυται η χρησιμοποίηση των φαρμάκων αυτών
- τα φάρμακα αυτά προκαλούν μη ανεκτές ανεπιθύμητες ενέργειες σε αυτούς τους ασθενείς
Για την πρόληψη μελλοντικών προσβολών εφαρμόζεται αγωγή που περιλαμβάνει γενικά μέτρα για όλους τους ασθενείς, ενώ ανάλογα με την περίπτωση και την κρίση του θεράποντος γιατρού μπορεί σε ορισμένους ασθενείς να χρειάζεται προσθήκη και φαρμακευτικών ουσιών. Η εφαρμογή γενικών προληπτικών μέτρων μπορεί να μειώσει τα επίπεδα του ουρικού οξέος στο αίμα καθώς και τη συχνότητα των οξειών προσβολών και έτσι για πολλούς ασθενείς να μην υπάρχει ανάγκη εφαρμογής φαρμακευτικής αγωγής για αρκετά χρόνια περιλαμβάνουν:
- Αποφυγή τροφών με μεγάλη περιεκτικότητα σε πουρίνες, όπως εντόσθια, ζωμός κρέατος, μύδια, στρείδια, αυγοτάραχο, σαρδέλες, ρέγγα κ.ά.
- Απώλεια βάρους.
- Αποφυγή οινοπνευματωδών και αεριούχων ποτών.
- Λήψη μεγάλης ποσότητας υγρών σε καθημερινή βάση.
- Αποφυγή επαναλαμβανόμενων μικροτραυματισμών.
- Διακοπή και αντικατάσταση φαρμάκων που αυξάνουν το ουρικό οξύ.
Όταν η συχνότητα των κρίσεων οξείας ουρικής αρθρίτιδας είναι μεγάλη, τότε για την πρόληψη μελλοντικών επεισοδίων οξείας ουρικής αρθρίτιδας όσο και της χρόνιας ουρικής αρθρίτιδας ο θεράπων γιατρός μπορεί να προσθέσει στα γενικά προληπτικά μέτρα και αγωγή με φάρμακα, όπως:
- Κολχικίνη
- Φάρμακα που μειώνουν την παραγωγή ουρικού οξέος
- Αλλοπουρινόλη
- Φεμπουξοστάτη
- Φάρμακα που αυξάνουν την αποβολή ουρικού οξέος από τους νεφρούς
Είναι σημαντικό να τονιστεί στο σημείο αυτό ότι άτομα που έχουν υπερουριχαιμία, δηλ. αυξημένα επίπεδα ουρικού οξέος στο αίμα, χωρίς προσβολές οξείας αρθρίτιδας δεν χρειάζεται να παίρνουν φάρμακα για τη μείωση του ουρικού οξέος, διότι ένα πολύ μικρό ποσοστό αυτών των ατόμων, που δεν υπερβαίνει το 15%, εμφανίζουν τελικά και μάλιστα μετά από πολλά χρόνια ουρική αρθρίτιδα.