Πρωτοεφαρμόστηκε το 1952 από τον Dr Michel Pistor. Το 1987 η Γαλλική Ακαδημία Ιατρικής αναγνώρισε την μεσοθεραπεία ως τμήμα της κλασικής ιατρικής. Το 2003 δύο διαπρεπείς Αμερικανοί ερευνητές, οι καθηγητές Peter Agre και Roderick MacKinnon έλαβαν το Νόμπελ Χημείας για την ανακάλυψη των διαύλων νερού ανάμεσα στα κύτταρα που επιτρέπουν μεταφορά ουσιών μέσω διαδερμικής χορήγησης.
Η μεσοθεραπεία έχει ως στόχο την επαναφορά της ελαστικότητας και δομής των ιστών, την μείωση / εξαφάνιση του πόνου. Μέσω μικροσκοπικού τραυματισμού, ενεργοποιούμε τον οργανισμό στην παραγωγή κολλαγόνου και ινώδους ιστού, τα οποία αποτελούν δομικά και στηρικτικά στοιχεία του οργανισμού μας.
Πραγματοποιούμε πομφώδεις νηγμούς (τρυπήματα) μέσω πολύ λεπτής βελόνας.
Ενίονται: κολλαγόνο, ιχνοστοιχεία, βιταμίνες και υαλουρονικό οξύ, μια ιδιαίτερα υδρόφιλη ουσία που βρίσκεται φυσιολογικά στον οργανισμό μας. Παραλλαγή της θεραπείας – εξαιρετικά δημοφιλής – είναι η αυτόλογη μεσοθεραπεία, όπου χρησιμοποιούμε ορό αίματος του ασθενούς.
Κατά την μεσοθεραπεία, προαιρετικά προηγείται εφαρμογή τοπικής αναισθητικής κρέμας. Οι βελόνες διεισδύουν σε μικρό βάθος (1-3mm), ενώ ο αριθμός των εγχύσεων ποικίλλει ανάλογα με την θεραπεία.
Πρόκειται για θεραπεία αποτελεσματική, απλή, γρήγορη (συνεδρία διάρκειας 20-25 λεπτών), χωρίς παρενέργειες και σχετικά ανώδυνη. Ενίεται μέσω μικρής σύριγγας με πολύ λεπτή βελόνα (περίπου όσο μία τρίχα), πολλαπλές εγχύσεις στην υπο θεραπεία περιοχή. Με το τέλος της συνεδρίας μπορεί να υπάρχει ήπιος ερεθισμός ο οποίος υποχωρεί την επόμενη ώρα. Έτσι μπορεί ο ασθενής να επιστρέψει αμέσως στις καθημερινές του δραστηριότητες χωρίς περιορισμούς και ειδική φροντίδα μετά την θεραπεία. Το επιθυμητό αποτέλεσμα επιτυγχάνεται αθροιστικά και για αυτόν τον λόγο απαιτούνται συνήθως 4-6 συνεδρίες με μεσοδιάστημα 7-10 ημερών. Ακολουθεί κύκλος συντήρησης, με μεσοδιαστήματα 3 έως 6 μηνών.
Η μεσοθεραπεία χρησιμοποιείται ως διεγέρτης. Διεγείρει τον οργανισμό μας στην παραγωγή ‘‘δικού μας’’ κολλαγόνου, χονδροβλαστών, κ.ο.κ. Το κολλαγόνο και το υαλουρονικό είναι μακρομοριακές ενώσεις, με αποτέλεσμα να μην διαπερνούν τον δερματικό φραγμό. Αυτός είναι ο λόγος, που σε μορφή κρέμας, γέλης (gel), δεν έχει αποδειχθεί η δραστικότητά τους. Κύτταρα που ονομάζονται ινοβλάστες, είναι υπεύθυνα για την παραγωγή ειδικών δομικών πρωτεϊνών: κολλαγόνου, ελαστίνης και υαλουρονικού. Οι τρεις αυτές ουσίες είναι μακρομοριακές ενώσεις οι οποίες βρίσκονται με τη μορφή πρωτεϊνικών αλυσίδων, διαπλέκονται μεταξύ τους και δημιουργούν τελικά τον ιστό που εμείς αναγνωρίζουμε σαν συνδέσμους, θύλακο, μύς, περιμύιο, δέρμα, κ,ο,κ,. Εκτός από τους ινοβλάστες, υπάρχουν και κύτταρα (ινοκλάστες), των οποίων ο ρόλος είναι να διασπούν τα δομικά μόρια. Η σύνθεση και η αποδόμηση των μακρομοριακών πρωτεϊνών, είναι μια δυναμική διεργασία μεταξύ ινοβλαστών και ινοκλαστών, ούτως ώστε να υπάρχει ισορροπία και όσα μόρια κολλαγόνου, ελαστίνης και υαλουρονικού οξέως παράγονται τόσα να επαναδιασπώνται. Αυτή η διαδικασία εναλλαγής μεταξύ παραγωγής και αποδόμησης είναι αέναη.
Η χρήση αυτών των ουσιών (κολλαγόνου, υαλουρονικού) από το στόμα, δυστυχώς, δεν είναι αποτελεσματική. Αυτό συμβαίνει για δύο λόγους:
- Το υαλουρονικό οξύ και το κολλαγόνο αποδομούνται (καταστρέφονται) είτε στο στομάχι, είτε στο έντερο από πρωτεολυτικά ένζυμα, και
- Μετά τη λήψη του υαλουρονικού οξέως ή του κολλαγόνου από το στόμα υπάρχει τεράστια αραίωση της συγκέντρωσης και συνεπώς της δραστικότητάς των.