Άσηπτη νέκρωση ή οστεονέκρωση

Άσηπτη νέκρωση ή οστεονέκρωση

Άσηπτη νέκρωση ονομάζουμε την αλλοίωση που υφίσταται μία περιοχή του οστού της κεφαλής του μηριαίου όταν χάνει την αιμάτωσή της. Οστεονέκρωση ή άσηπτη νέκρωση προκαλείται από έλλειψη αιμάτωσης του οστού και προσβάλλει συνήθως το μηριαίο οστό και τις αρθρώσεις. Αυτό οφείλεται σε άγνωστη αιτία σε ένα ποσοστό περίπου 70%, ενώ σε ένα 30% οφείλεται σε μακροχρόνια χρήση κορτιζόνης, ανοσολογικών φαρμάκων, σε αιματολογικά νοσήματα, λιπιδαιμική νόσο, σακχαροδιαβητικοί, αλκοολισμός, χρήση ναρκωτικών ουσιών, βαρείς καπνιστές.

 

Η αιτιολογία παραμένει άγνωστη και συμβαίνει όταν τα κύτταρα του οστού στην περιοχή της κεφαλής του μηριαίου οστού αυτόματα νεκρώνονται γεγονός που οδηγεί σε κάταγμα και καθίζηση της αρθρικής επιφάνειας της μηριαίας κεφαλής
Αποτέλεσμα της απώλειας αιματώσεως είναι το οστό να καθίσταται «μαλακό», να αλλάζει η σφαιρική του μορφή και προοδευτικά να νεκρώνεται και να καταστρέφεται ο αρθρικός χόνδρος. Η ανώμαλη οστική επιφάνεια τρίβεται στον χόνδρο της σφαιρικής κoτύλης, την καταστρέφει και προκαλεί πόνο στην κίνηση και στην βάδιση.

 

Η νέκρωση αυτή, δηλ. η διακοπή της κυκλοφορίας του αίματος, η ισχαιμία, μπορεί να οφείλεται σε δύο κυρίως παράγοντες.

 

Στη λήψη μεγάλων ποσοτήτων κορτιζόνης και σε υποκεφαλικό κάταγμα του μηριαίου, που προκαλεί διακοπή της αρτηριακής ροής.

 

Σπάνια παθήσεις όπως η κολλαγονώσεις ή δρεπανοκυτταρκή αναιμία προκαλούν επίσης νέκρωση μηριαίας κεφαλής.

 

Το πρώτο σύμπτωμα της αρχόμενης νέκρωσης της κεφαλής του μηριαίου είναι ο πόνος μετά απο βάδιση. Εμφανίζεται στην βουβωνική χώρα, της πάσχουσας πλευράς και μπορεί να αντανακλά προς το γόνατο. Όσο η πάθηση εξελίσσεται, τόσο ο πόνος επιδεινώνεται και αρχίζει να προκαλεί χωλότητα στη βάδιση. Σε προχωρημένες καταστάσεις το ισχίο χάνει την φυσιολογική του κινητικότητα (κάμψη, στροφές, απαγωγή) και ο ασθενής έχει δυσχέρεια κίνησης, ανόδου κλίμακος, ένδυσης.

 

Για την αποκατάσταση του προσβεβλημένου οστού, σε σοβαρές περιπτώσεις οστεονέκρωσης, απαιτείται αρθροπλαστική. Στα αρχικά όμως στάδια μπορεί να θεραπευθεί με αναζωογόνηση του νεκρού οστού με 2 ειδικές μεθόδους:

 

    1. Οστική αυτομεταμόσχευση τμήματος της περόνης του ιδίου του ασθενούς.
    2. Με την μεταμόσχευση σπογγώδους οστού από το λαγόνιο, ενισχυμένο με βλαστοκύτταρα σε αριθμό 30.000 κύτταρα ανά κυβικό εκατοστό.

 

Δύο παθήσεις μπορεί να μπερδέψουν την διάγνωση. Η παροδική οστεοπόρωση και η φλεγμονή. Στην φλεγμονή συνυπάρχει πυρετός. Η παροδική οστεοπόρωση στα πρώτα στάδια διαχωρίζεται από την νέκρωση της μηριαίας κεφαλής με μαγνητική τομογραφία.


Η ακτινογραφία μπορεί να δώσει την υποψία της νέκρωσης. Σαφής διάγνωση γίνεται με υπερηχογράφημα, θερμογραφία, αξονική ή μαγνητική τομογραφία. Πριν όμως το οστούν νεκρωθεί η ακτινογραφία δεν αναδεικνύει τη βλάβη. Στη νέκρωση η περιοχή που πάσχει είναι οριοθετημένη σαφώς, ενώ στην παροδική οστεοπόρωση η αλλοίωση καταλαμβάνει όλο το ισχίο.


Όταν η νέκρωση προχωρήσει τότε στην ακτινογραφία αναφαίνεται η αλλοίωση, λόγω διαφορετικής ποιότητας του οστού. Σε πολύ προχωρημένες καταστάσεις η κεφαλή στην περιοχή της νέκρωσης χάνει την στρογγυλάδα της και παραμορφώνεται (αποπλατύνεται).


Η αντιμετώπιση της νέκρωσης της μηριαίας κεφαλής είναι πάντα χειρουργική.

 

Στο στάδιο 1-2 με τρυπανισμό προσπαθούμε να επαναφέρουμε την κυκλοφορία (αποσυμπιέζοντας το οστό) και προωθούμε κατ’ αυτό τον τρόπο την επανασύσταση του οστού. Στον αυλό που δημιουργείται από την κοίλη φρέζα τοποθετούμε βλαστοκύτταρα με πολύ ενθαρρυντικό αποτέλεσμα. Κατά την τεχνική αυτή λαμβάνουμε μυελό των οστών από το λαγόνιο οστούν του ασθενούς. Ακολουθεί επεξεργασία με φυγοκέντρηση αυτού και μέσω φίλτρων τοποθετείται σε ειδική σύριγγα.

 

Στη συνέχεια μέσω ακτινοσκόπησης διενεργείται αποσυμπίεση (η δημιουργία δηλαδή οπών) στη νεκρωτική περιοχή της μηριαίας κεφαλής με ειδικό εργαλείο (φρέζα) και τέλος λαμβάνει χώρα η έγχυση στην πάσχουσα (νεκρωτική) περιοχή των αυτόλογων βλαστοκυττάρων.

 

Το στάδιο1-2 μπορεί επίσης να αντιμετωπισθεί με ανάλογα ποσοστά επιτυχίας ή με μεταφορά τμήματος του οστού της περόνης του ποδιού με το αγγείο του (αγγειούμενο μόσχευμα) ώστε να επαναλειτουργήσει η κυκλοφορία ή με εμφύτευση ήλου (καρφί) από ταντάλιο που έχει την ιδιότητα να το διαπερνούν νέα αγγεία. Όλες οι μέθοδοι έχουν υψηλά αποτελέσματα αποτυχίας και η επιτυχία εξαρτάται κυρίως από το πόσο νωρίς αντιμετωπίζεται η νέκρωση.

 

Μετά το στάδιο 2-4 η αντιμετώπιση είναι αντικατάσταση της μηριαίας κεφαλής με ολική αρθροπλαστική.

 

Η οστεονέκρωση είναι διαφορετική του οστικού οιδήματος που αποτελεί παροδική βλάβη του οστού χωρίς νέκρωση. Επίσης, η παροδική οστεοπόρωση είναι μια εποχική νόσος που περνά συνήθως χωρίς θεραπεία και συμβαίνει μετά από τραυματισμούς ή κατά την εγκυμοσύνη.

 

Η παρακολούθηση τους πρέπει να κρατά τουλάχιστον 1 χρόνο, απαιτούνται κατ’ ελάχιστο 2 μαγνητικές τομογραφίες και εάν υπάρξει καταστροφή του οστού γίνεται οστεομεταμόσχευση ή αντικατάσταση της άρθρωσης.